Και τι δεν είπε ο Αλέξης Κούγιας για την Εύη Βατίδου σύμφωνα με δημοσίευμα κυριακάτικης εφημερίδας!
Μεταξύ άλλων, ο Αλέξης είπε οτι η Βατίδου έκανε "βίζιτες", οτι είχε στενές σχέσεις με ομοφυλόφιλους, οτι έκανε όργια στην Μύκονο, οτι πήγε να τον αποξενώσει από την οικογένεια του, οτι έπαιρνε ναρκωτικά, οτι τον παντρεύτηκε για να του πάρει λεφτά και άλλα πολλά.
Για να μην σας κρατάμε σε αναμονή, διαβάστε όλη την κατάθεση του Κούγια παρακάτω:
"Με την εναγομένη γνωριστήκαμε στις 14 Σεπτεμβρίου του 2000 με αφορμή επαγγελματικό ραντεβού, το οποίο έκλεισε ένας πελάτης μου και εραστής της επί διετία, αρχικά υπεύθυνος πόρτας και μετέπειτα μετρ νυχτερινού κέντρου. Ο λόγος του επαγγελματικού ραντεβού ήταν ότι αυτή είχε δαρθεί και εξυβριστεί ανηλεώς κατόπιν επεισοδιακής καταδιώξεως από τον εφοπλιστή Βασίλειο Πατέρα, ο οποίος μάλιστα κατά το κατά το κατηγορητήριο της είχε καταστρέψει ολοσχερώς και ένα αυτοκίνητο μάρκας PEUGEOT 206, 1300 κυβικών εκατοστών. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του εφοπλιστή, η καταδίωξη και ο ξυλοδαρμός έγινε γιατί η εναγόμενη τον είχε βρίσει χυδαία, όταν αυτός ανακάλυψε ότι αυτή διατηρούσε παράλληλη ερωτική σχέση τόσο με τον μετρ όσο και με τον ιδιοκτήτη καφετέριας στην οποία εργάστηκε ως σερβιτόρα η αντίδικος κατά το παρελθόν αλλά και με καναλάρχη.
Τι είναι τριάντα χιλιάρικα για σένα;
Η δυσάρεστη έκπληξη ήταν όταν ειδοποιήθηκε το γραφείο μου από την τράπεζα και συγκεκριμένα η γραμματέας μου Ερμινέ Μτερσαρκιστιάν, από τον υπάλληλο της ALPHA BANK ό,τι η πιστωτική κάρτα της συζύγου μου είχε φτάσει σε χρονικό διάστημα τριών μηνών στο εκπληκτικό ποσό των 30.000,00 ευρώ. Αμέσως την κάλεσα και αυτή μ ένα πολύ σκληρό ύφος και χωρίς καμία διάθεση δικαιολογίας μου είπε « Τι κάνεις έτσι, τριάντα ψωροχιλιάρικα είναι, τι είναι αυτά για σένα;» Η εναγόμενη πίστευε και, όπως φαίνεται πιστεύει και τώρα ότι παντρεύτηκε κάποιον Κροίσο, ο οποίος θα πρέπει να της ικανοποιεί και την πλέον παράλογη απαίτησή της. Εγώ ποτέ δεν είχα κάνει έλεγχο ούτε στο τι είχε αποκτήσει σε ρούχα και παπούτσια και η έκπληξή μου ήταν ιδιαίτερα δυσάρεστη από αυτό το γεγονός, αλλά έκανα υπομονή γιατί εκείνες τις ημέρες η εναγόμενη μου έκανε γνωστό ότι ήταν έγκυος σο πρώτο μας παιδί, το Χρήστο. Αυτό έγινε τον Αύγουστο του 2001.
Από τον Οκτώβριο του 2001 προσέλαβα τον αδελφό μου, για να τον βοηθήσω, επειδή ήταν άνεργος, ως διευθυντή του δικηγορικού μου γραφείου. Μόλις η εναγόμενη πληροφορήθηκε αυτό το γεγονός, άρχισε σε καθημερινή βάση να δημιουργεί συζητήσεις, γιατί να προσλάβω τον αδελφό μου, τι μισθό παίρνει και τι αρμοδιότητες έχει. Χρησιμοποιούσε ως επιχείρημα ότι ο αδελφός μου εκτός από απολυτήριο Λυκείου δεν είχε άλλες γνώσεις και ότι όλη η εμφάνισή και το στυλ δεν ταιριάζουν με το γραφείο μου και άρχισε μ’ έναν επιτακτικό τρόπο να μου ζητάει ν’ αντικαταστήσω τον αδελφό μου με τον πατέρα της, ο οποίος είχε και καλύτερη εμφάνιση αλλά και γνώσεις λογιστικής και θα μπορούσε μάλιστα, όπως μου έλεγε, αφού ήταν και παλαιός τραπεζικός υπάλληλος, να διαχειρίζεται καλύτερα τα οικονομικά μου. Είχε μάλιστα μεγάλες αντιρρήσεις να εισπράττει και να καταθέτει αμοιβές μου στην τράπεζα ο αδερφός μου, αλλά , το κυριότερο, ήταν υπερβολική η αμοιβή, την οποία εισέπραττε ο αδελφός μου, για τις υπηρεσίες του, των 1500 ευρώ το μήνα και ότι ο πατέρας της με 1000 ευρώ το μήνα θα έκανε πολύ καλύτερη δουλειά.
Μόνος τα Χριστούγεννα
Εξαιτίας αυτών των συνεχών ιδιαίτερα ενοχλητικών και με κακό ύφος συζητήσεων δημιουργήθηκε τα Χριστούγεννα του 2001 μια πολύ κακή ατμόσφαιρα στο σπίτι μας και η εναγόμενη αρνήθηκε να με συνοδεύσει στην καθιερωμένη οικογενειακή μας συνάντηση στο Βέλο Κορινθίας, ανήμερα τα Χριστούγεννα, ημέρα της ονομαστικής εορτής του αειμνήστου πατέρα μου, Χρίστου, όπου πηγαίναμε όλα τα μέλη της οικογένειας, απ’ όπου και αν βρισκόμαστε. Μου είπε χαρακτηριστικά ότι σιχαίνεται να συναντήσει τον αδελφό μου και τότε αντιλήφθηκα για πρώτη φορά ότι η αντίδικος είχε βάλει ως στόχο την αποξένωσή μου από το οικογενειακό μου περιβάλλον και τον έλεγχο των οικονομικών μου από την ίδια και την οικογένειά της. Απέκρυψα από τον αδελφό μου και τη μητέρα μου το λόγο, για τον οποίο η αντίδικος δεν ήταν παρούσα στην οικογενειακή μας συγκέντρωση, προφασιζόμενη ψευδώς ότι είχε ενοχλήσεις και αδιαθεσία από την εγκυμοσύνη της.
Ήμουν ιδιαίτερα στεναχωρημένος, αφού η εναγομένη γνώριζε από την προσέλευσή της το προηγούμενο έτος σ ’αυτή την οικογενειακή συγκέντρωση, τι σημασία είχε για την οικογένειά μας αυτή η ημερομηνία, 25 Δεκεμβρίου, κάθε χρόνο.
Είχε αρχίσει ήδη μια εντελώς παγερή ατμόσφαιρα μέσα στο σπίτι μας κι εγώ πίστευα, όντας υπεραισιόδοξος, ως απεδείχθη, ότι όλα αυτά οφείλονταν στον εκνευρισμό της εγκυμοσύνης και ότι όλα θ’ άλλαζαν όπως και η συμπεριφορά της αμέσως μετά τη γέννηση του παιδιού μας. Η γέννηση αυτή έλαβε χώρα την 9 Μαρτίου 2002, αλλά δυστυχώς και πάλι διαψεύσθην. Η γέννηση του παιδιού μας, αντί να βελτιώσει την κατάσταση, την επιδείνωσε γιατί η εναγομένη για πρώτη φορά στη ζωή της, όπως αποδεικνύεται, ήρθε αντιμέτωπη με την έννοια της ευθύνης, αφού το βρέφος έπρεπε σε συγκεκριμένες ώρες να πίνει γάλα, συγκεκριμένες ώρες και συνεχώς ν’ αλλάζει τα μωρόπανά του, και συγχρόνως θα έπρεπε η μητέρα του να παραμένει άυπνη κοντά του όλο το 24ωρο. Η εναγομένη όμως είχε διαφορετική αντίληψη γι’ αυτά και άρχισε μια οδύσσεια για μένα όσον αφορά τη συμπεριφορά της, γιατί εξέφραζε καθημερινά την αγανάκτησή της που έκανε οικογένεια και απέκτησε παιδί και έχασε τον δήθεν όμορφο τρόπο ζωής, τον οποίο είχε μέσα λάμψη και τη δημοσιότητα, ξεχνώντας ότι πριν από το γάμο μας το όνομα Ευαγγελία Βατίδου δεν έλεγε τίποτε σε κανένα. Τότε μου απήτησε και προσέλαβα για χρονικό διάστημα δυο μηνών, αν θυμάμαι καλά, ειδική βρεφοκόμο, η οποία ανέλαβε τη διαδικασία της διατροφής και της επιβλέψεως του βρέφους γιου μας επί 24ωρου βάσεως.
Το μόνο που εδέχθη μετά από δική μου πίεση να κάνει η εναγομένη ήταν να θηλάσει το παιδί μας, απειλώντας με ότι, αν χαλάσει το στήθος της, πρέπει να κάνει πλαστική εγχείριση επανορθώσεως. Αυτονόητο είναι, ότι, μετά τα όσα αναφέρω ανωτέρω η εναγόμενη ούτε μια φορά δεν ασχολήθηκε με τις προσωπικές μου ανάγκες, ούτε μια φορά δεν ξύπνησε το πρωί, να πιούμε έναν καφέ, πριν ξεκινήσω για την καθημερινή μου οδύσσεια, ούτε μια φορά δεν με συνόδευσε, παρ’ ότι την παρακαλούσα επί επτά χρόνια, σ’ ένα επαγγελματικό μου ταξίδι και το κυριότερο, ούτε μια φορά μετά το γάμο μας δεν ήρθε να καμαρώσει τον άνδρα της σε μια σημαντική αγόρευση του σε μια σημαντική δίκη. Είναι νοσταλγικές δε αναμνήσεις οι μεσημεριανές μας συναντήσεις που ήταν καθημερινότητα πριν το γάμο μας. Η εναγόμενη όμως φαίνεται ότι από την πρώτη στιγμή που με επέλεξε, όπως αποδεικνύεται, ως το μέσον της οικονομικής και κοινωνικής της επιβιώσεως, είχε ένα συγκεκριμένο σχέδιο και ένα συγκεκριμένο στόχο. Στο μυαλό της είχε σε σχέση μ’ εμένα ένα συγκεκριμένο πλάνο, το οποίο ήταν: «βρίσκουμε πλούσιο σύζυγό, εκμεταλλευόμαστε τα συναισθήματά του, κάνουμε μαζί του παιδιά, λύνουμε τα οικονομικά μας προβλήματα και τα προβλήματα της οικογενείας μας και, αν δεν το καταφέρουμε αυτό, χωρίς να προσπαθούμε να τον κάνουμε πιο ευτυχισμένο, χρησιμοποιούμε τα χρήματά του και την επωνυμία του, για να κάνουμε μια δική μας δουλειά και, αν μεν η δουλειά αυτή πετύχει, βλέπουμε τότε τι κάνουμε στη ζωή μας, ή αν αυτός αντιδράσει, τον οδηγούμε σε τέτοια κατάσταση, ώστε να λυθεί ο γάμος μας και χρησιμοποιώντας τα παιδιά μας, εξασφαλίζουμε μια διατροφή και κάνουμε αυτή τη ζωή που εμείς θέλουμε, περνώντας μια ζωή χαρισάμενη και χωρίς κανένα κόπο με τα χρήματα της διατροφής».
Είναι βέβαιο ότι η εναγόμενη αυτό το στόχο άρχισε να υλοποιεί από την πρώτη ημέρα του γάμου μας και φαίνεται ότι είχε συμμάχους όλο το οικογενειακό της περιβάλλον, αφού φαίνεται ότι την ίδια αντίληψη είχε και ο αδελφός της. Το γεγονός αυτό πληροφορήθηκα, όταν ζήτησε ραντεβού στο γραφείο μου μια άγνωστη εις εμέ Πόπη, της οποίας το επώνυμο δεν ενθυμούμαι αυτή τη στιγμή, αλλά θα ψάξω να βρω παλαιά ημερολόγιά μου η οποία είπε ότι είναι αρραβωνιαστικιά του αδελφού της αντιδίκου μου, την ύπαρξη της οποίας εγώ αγνοούσα. Μου ζήτησε τη βοήθειά μου για ένα οικογενειακό της πρόβλημα, έκλεισα το ραντεβού αμέσως και τότε πληροφορήθηκα το εξής εξωφρενικό: ο αδελφός της εναγομένης, ηλικίας τότε 28 ετών, συζούσε από ηλικίας 23 ετών με μια πλούσια κληρονόμο ιδιοκτήτρια καταστημάτων οπτικών, η οποία τον περνούσε 14 χρόνια σε ηλικία και η οποία βεβαίως δεν είχε και την καλύτερη εμφάνιση, είχε όμως ένα προσόν, ήταν πλούσια.
Το Νοέμβριο του 2002 η αντίδικος άρχισε μ’ επιτακτικό τρόπο, αφού εγώ ηρνούμην να δεχθώ τον πατέρα της ως διευθυντή του γραφείου μου και ουσιαστικά εισπράκτορα των χρημάτων μου, να μου ζητεί να καταλάβει τη θέση αυτή η ίδια, προβάλλοντας ως δικαιολογία ότι έχει αρκετό χρόνο στη διάθεσή της και δεν ξέρει τι να τον κάνει. Εγώ της προέβαλα ως ένσταση, ότι έχει ν’ ασχοληθεί με το μικρό μας γιο Χρήστο που την είχε επιτακτική ανάγκη, και ότι θα ήταν πολύ επικίνδυνο να μένει ο Χρίστος με μια Γεωργιανή αγνώστου προελεύσεως και χωρίς επίσημα έγγραφα, την οποία είχαμε ως οικιακή βοηθό, και ότι θα ήταν πολύ άκομψο ένα πρώην μοντέλο, έστω και αν ήταν σύζυγός μου, να προΐσταται δικηγόρων σ’ ένα δικηγορικό γραφείο, όπου η αυτοτέλεια των δικηγόρων ήταν καθεστώς. Της είπα δε ότι είχα πολύ μεγάλη δυσκολία στο να κάνω κάτι τέτοιο και ότι έπρεπε να βρω μια δικαιολογία, για να δικαιολογήσω την παρουσία της στο γραφείο, χωρίς να προσβάλλω τους δικηγόρους, αφού και η προηγούμενη παρουσία του αδελφού μου δεν είχε και καλύτερα αποτελέσματα και αυτός είχε έρθει σε ρήξη και με την επί χρόνια έμπιστη γραμματέα μου και η αισθητική της συμπεριφοράς του είχε δημιουργήσει προβλήματα στη λειτουργία του γραφείου. Η αδυναμία μου στην εναγόμενη και η συνεχής πίεσή της με ανάγκασαν να υποκύψω και ν’ αναθεωρήσω τις αρχές μου που έλεγαν ότι η μητέρα έπρεπε αποκλειστικά ν’ ασχολείται με το βρέφος παιδί της και μάλιστα σ’ αυτή την ηλικία, αφού υπήρχαν οι προϋποθέσεις και δεν ήταν υποχρεωμένη να εργάζεται. Αναγκάστηκα τότε να δεχθώ να μεγαλώνει το παιδί μας η Γεωργιανή και επειδή, αυτή αγνοεί παντελώς την ελληνική γλώσσα και φοβήθηκα ότι θα υπάρξουν προβλήματα στο χρόνο που θ’ αρχίσει να μιλάει το παιδί μας, αναγκάστηκα, κατόπιν και της επιμονής της συζύγου μου, να προσβάλω ειδική νηπιαγωγό, η οποία ουσιαστικά μεγάλωσε μέχρι την ηλικία των τριών τον υιό μας Χρίστο.
Εκανε οργιώδη ζωή στην Μύκονο
Έτσι φτάσαμε στο καλοκαίρι του 2005 που άρχισε μια νέα πρωτοφανής συμπεριφορά της εναγομένης, αφού για πρώτη φορά από τότε που παντρευτήκαμε η αντίδικος με αφορμή δήθεν την προετοιμασία της βαφτίσεως της κόρης μας, μ’ εγκατέλειψε εντελώς μόνο στην Αθήνα, πήρε τα δύο παιδιά μας και την οικιακή βοηθό και, χωρίς να μ’ ενημερώσει, εγκαταστάθηκε από 1η Ιουλίου 2005 στο σπίτι μας στη Μύκονο, αδιαφορώντας για το πώς εγώ θα ικανοποιήσω και τις στοιχειώδεις μου ανάγκες(πλύσιμο υποκαμίσων, εσωρούχων) και φιλοξενώντας στο σπίτι μας τη φίλη της, μια νέα φίλη της και δύο άλλες άγνωστες εις εμέ φίλες της, των οποίων τα ονόματα ούτε και τώρα γνωρίζω και χωρίς να μου κάνει ούτε ένα τηλεφώνημα καθημερινά, άρχισε μια οργιώδη καθημερινή ζωή με παρουσία καθημερινή στις κοσμικές πλαζ της Μυκόνου, όπου εφωτογραφίζετο από πολύ γνωστούς κοσμικούς φωτογράφους, κι έτσι εγώ μεν ευρισκόμενος στην Αθήνα και εργαζόμουν, η δε εναγόμενη διασκέδαζε στη Μύκονο, το πρωί στη θάλασσα και το βράδυ στα νυχτερινά κέντρα, κι εγώ πληροφορούμουν τα νέα της οικογένειάς μου από τις απευθείας ανταποκρίσεις από το Μύκονο και τη δημοσιοποίηση των φωτογραφιών της στα περιοδικά αλλά και προβολή εικόνων από τη ζωή της συζύγου μου από τις καθημερινές πρωινές και μεσημεριανές εκπομπές της τηλεόρασης αλλά και στις προσωπικές καθημερινές τηλεφωνικές της συνεντεύξεις.
Επειδή την άνοιξη του 2006 η πίεσή μου προς την εναγομένη να αλλάξει τον τρόπο ζωής της έγινε περισσότερο έντονη, η αντίδικος, αντί να συμμορφωθεί, άρχισε παντελώς να αδιαφορεί σε οτιδήποτε με αφορά και μάλιστα για πρώτη φορά εγκαταστάθηκε χωρίς εμένα το Πάσχα του 2006 στη Μύκονο, παίρνοντας μαζί και τα παιδιά μας. Σε αυτό το χρονικό διάστημα έχει αρχίσει η ιδιαίτερη παρέα με μια νέα φίλη της, η οποία έχει ακριβώς τις ίδιες αντιλήψεις με την εναγόμενη, θέλει και αυτή να κάνει καριέρα στην τηλεόραση, αλλά το πιο σοβαρό και ιδιαίτερα επικίνδυνο για την εξέλιξη των δυο παιδιών μας γεγονός, είναι η ταύτισή της με ένα χυδαίο ομοφυλόφιλο, ονόματι Τόλη, διευθυντή πωλήσεων εταιρείας ενδυμάτων, ο οποίος στις κοινές εξόδους τους με την σύζυγό μου φέρνει μαζί και τους εφήμερους εραστές του, τους οποίους δεν διστάζουν να ανέχονται η σύζυγός μου και η φίλη της , έχοντας τα βρέφη παιδιά μου και το βρέφος γιο της τελευταίας τα οποία εξοικειώνονται με αυτές τις συμπεριφορές και μάλιστα ο γιος μου έχει αντιγράψει εκφράσεις, τις οποίες χρησιμοποιεί στο καθημερινό του λεξιλόγιο, βλέποντας τον παιδικό ήρωα «SPIDERMAN» και λέγοντας «κουκλίτσα ο σπάιντερ μαν».
Το συγκλονιστικό και αξιοσημείωτο συνέβη τέλος Ιουλίου ή αρχές Αυγούστου 2006, όταν η νέα φίλη της μας προσκάλεσε, για να γιορτάσει τα γενέθλιά της, σε ένα κέντρο στον Πάνορμο της Μυκόνου, όπου, επειδή η γιορτή θα ήταν απογευματινή, πήραμε μαζί τα παιδιά μας και την οικιακή βοηθό Μαυράτ. Στο τραπέζι ήταν προσκεκλημένοι εκτός από εμάς και η πεθερά της, άλλα και ο προαναφερθείς Τόλης, συνοδευόμενος από έναν φίλο του, ο οποίος ήταν γεμάτος τατουάζ στο σώμα, φορούσε σκουλαρίκια και στα δυο του αυτιά και στη μύτη, ήταν εμφανώς ομοφυλόφιλος, είχε βαμμένα νύχια στα χέρια και στα πόδια, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι, μόλις είδε εμένα που κρατούσα από το χέρι και τα δυο παιδιά μας και μη αισθανόμενος την παραμικρή ντροπή προφανώς για να με προκαλέσει, επειδή γνωρίζει την απέχθειά μου για τους ομοφυλόφιλους, αφού είχε προηγηθεί το επεισόδιο με τον πρόεδρο ομοφυλόφιλων Γρηγόρη Βαλλιανάτο, άρχισε μπροστά σε όλους να φιλάει, αρχικώς στο στόμα το νεαρό με το τατουάζ και τα σκουλαρίκια, ακολούθως άρχισε να τον φιλάει στα στήθη και να τον χαϊδεύει στα γεννητικά του όργανα, χωρίς να αντιδρά. Εγώ τότε οργισμένος υπερβολικά, άρπαξα τα δυο παιδιά μου στην αγκαλιά μου, γύρισα και κοίταξα πολύ άγρια και την εναγόμενη και τους είπα «Δεν ντρέπεστε, τι είναι αυτά που βλέπουν τα παιδιά μας;» Τη συμπεριφορά μου επιδοκίμασε η πεθερά της, και αφού είπα στον Τόλη ότι είναι τυχερός που συνοδεύω τα απιδιά μου, έφυγα. Αυτός μου έβγαλε χυδαία και κοροϊδευτικά την γλώσσα, εικόνα που είδα και τα παιδιά μου.
Δεν ξαναμίλησα στην νέα φίλη της και την ξαναείδα τον Σεπτέμβριο, όταν με την εναγόμενη και τον κουμπάρο μας, Ηρακλή Καραμπάση, και τον δημοσιογράφο Γιάννη Πρετεντέρη και τη σύζυγό μου ήμαστε στο κινέζικο εστιατόριο «NOBU» στη Μύκονο και δίπλα από εμάς ακριβώς στο ξενοδοχείο «ΑΝΔΡΟΜΕΔΑ» γινόταν ένα πάρτι ομοφυλόφιλων, στο οποίο ήταν προσκεκλημένη και η νέα φίλη της και στο οποίο έχει προσέλθει φορώντας μέσα στο κατακαλόκαιρο ένα άσπρο φόρεμα, αλλά το εντυπωσιακό ήταν ότι ήταν ασυνόδευτη και τα χέρια της ήταν καλυμμένα με μακριά γάντια μέχρι τους ώμους στην Μύκονο, ήταν δε σε τέτοια κατάσταση που εγώ, χωρίς να γνωρίζω αν είναι αλήθεια, νόμιζα ότι είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών. Απαγόρευσα στην εναγόμενη να έχει οποιαδήποτε επαφή μαζί της, αλλά η εναγόμενη όχι μόνο με αγνόησε αλλά αντιθέτως η επαφή της έγινε πλέον καθημερινή, αφού κάθε πρωί πίνουν καφέ στη καφετέρια «ΣΛΟΥΠ» στη Βουλιαγμένη και, το κυριότερο από όλα, έχουν κοινή αντίληψη για την ζωή.
Σημειωτέον ότι το καλοκαίρι του 2006 η εναγόμενη αρνήθηκε παντελώς να έρθει διακοπές μαζί μου στο Ιόνιο και εγώ, για να μη χάσω την επαφή με τα παιδιά μας, πέρασα όλες τις καλοκαιρινές διακοπές στη Μύκονο με μια πενθήμερη διακοπή στην Αμοργό.
Από το Σεπτέμβριο του 2006 ήρθα αντιμέτωπος με μια ακόμα δυσάρεστη έκπληξη που αποδεικνύει την έλλειψη του οποιουδήποτε ενδιαφέροντος της αντιδίκου για τα παιδιά μας αλλά και την αδιαφορία της για την οποιαδήποτε επιλογή μου για τον σωστό τρόπο ανατροφής τους.
«ΜΕ ΧΤΥΠΗΣΕ…»
Εγώ πράγματι της άνοιξα αμέσως τη πόρτα, τη ρώτησα «Τη ώρα είναι αυτή, ρε Εύη, που γυρίζεις; Τι ντύσιμο είναι αυτό; Και πως αφήνεις τα παιδιά μόνα; Δεν ντρέπεσαι;» και η εναγόμενη στη κυριολεξία σαν άγριο ζώο μου επετέθη, προσπαθώντας με τα νύχια της να με χτυπήσει στα μάτια. Κατάφερα να το αποφύγω, αλλά αυτή κατάφερε να με χτυπήσει να με χτυπήσει κοντά στο δεξί μάτι, με αποτέλεσμα να ματώσει, ενώ συγχρόνως με γρατσούνισε στο στήθος μου. Αλλά το κυριότερο απ’ όλα, μ’ εντελώς πεζοδρομιακό ύφος, μου απηύθυνε τη φράση «Τι θες ρε μ… και δεν με αφήνεις ήσυχη; Ποιος είσαι, πατέρας μου, για να μου κανονίζεις πότε θα φεύγω από το σπίτι και πότε θα γυρίζω;» Εγώ για να την αποφύγω, την άρπαξα από το μπράτσο και συγχρόνως της έλεγα να ηρεμίσει, αλλά η εναγόμενη άρπαξε ένα όργανο που χρησιμοποιούμε, για να μετακινούμε τα ξύλα στο τζάκι με προσπάθησε να με χτυπήσει, ενώ συγχρόνως ούρλιαζε και με εξύβριζε μ’ ακατανόμαστες φράσεις, όπως «μ… γιατί δεν μου δίνεις το διαζύγιο;» Συγχρόνως μιλούσε με το κινητό της και μ’ έβριζε. Πρέπει να μίλησε με περισσότερα από τρία πρόσωπα και αυτό μπορεί να αποδειχθεί από το κινητό της. Σε μια στιγμή, ενώ έχουν ηρεμήσει τα πράγματα, ξαφνικά στην πόρτα ακούω τη λέξη «αστυνομία», ανοίγω και βλέπω αστυνομικούς τους οποίους φαίνεται ότι είτε η ίδια, είτε κάποιος από το οικογενειακό της περιβάλλον είχε ειδοποιήσει, χωρίς εγώ να το έχω αντιληφθεί.
Την ίδια στιγμή η εναγόμενη βγαίνει έξω χωρίς να αναφέρει στους αστυνομικούς το παραμικρό ούτε να με καταγγείλει σε αυτούς για την παραμικρή πράξη σε βάρος της. Μετά από 10 λεπτά έλαβα τηλεφώνημα από το διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος Βουλιαγμένης ο οποίος μου είπε ότι η σύζυγος μου βρίσκεται εκεί και μου έκανε μήνυση για εξύβριση, σωματική βλάβη και απειλή. Εγώ μη φοβούμενος για κάτι, αφού δεν είχε διαπράξει τίποτα σε βάρος της, αμέσως πήρα το αυτοκίνητο και μετέβην στο Α.Τ. Με το που έφτασα εκεί, μου επετέθησαν στη πόρτα για να με χτυπήσουν, η εναγόμενη, ο πατέρας της και ο αδελφός της, οι οποίοι συγχρόνως με εξύβριζαν με χυδαίες εκφράσεις, ο δε πατέρας της μου απηύθυνε μια φράση που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου, αφού μπροστά στο Διοικητή του ΑΤ μου είπε το χυδαίο: «Μπορεί να είναι αλήθεια αυτά που λέει ο Γρηγόρης Βαλλιανάτος», μη σεβόμενος τα 7 χρόνια γάμου με την κόρη του και το γεγονός ότι είμαι πατέρας του εγγονού και της εγγονής του και ότι επί 7 χρόνια η κόρη του ούτε μια φορά δεν είχε τολμήσει ούτε να διατυπώσει το παραμικρό για τη συμπεριφορά μου απέναντι της ξεχνώντας ότι κάθε φορά, τόσο στην επέτειο της γνωριμίας μας όσο και στην επέτειο του γάμου μας, ο ίδιος ήταν ο πρώτος που μ’ έπαιρνε τηλέφωνο, για να μου δώσει συγχαρητήρια για τα λουλούδια, που έστελνα στην εναγόμενη, τα οποία συνοδεύονταν πάντοτε από τρυφερές κάρτες, στην προσπάθεια μου να ευαισθητοποιήσω την εναγόμενη και να της υπενθυμίσω ότι εκείνο που μετράει στη ζωή πέρα από τα δώρα, είναι τα συναισθήματα."
Διαδώστε το: |
kala teleio! ti ksekatiniasma einai afto? thelw k allo...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ απάντηση της Βατίδου αναμένεται σύντομα... :)
ΑπάντησηΔιαγραφήoi vizites pou grafeis ston titlo den anaferonte pouthena sto keimeno.
ΑπάντησηΔιαγραφή